φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
Dekl. Warnsignal
n

(Signal)
προειδοποιητικό σινιάλο n
(προειδοποιητικός)
Substantiv
piepsen ( als Warnsignal bei Gerät ) εκπέμπω σήματα υψηλής συχνότητας
(σήμα) (υψηλός) (συχνότητα)
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 18.12.2025 15:52:06
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit